Τα ετήσια στοιχεία της Eurostat για την αυξημένη δαπάνη στη στέγη, αποδεικνύουν την αποτυχία της των κυβερνητικών μέτρων για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης.
Μπορεί ο πρωθυπουργός να αρθρογραφεί από το Μαξίμου στο site της ΟΝΝΕΔ και να επαίρεται για τις κούφιες προσπάθειες της κυβέρνησής του στην αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης, ωστόσο τα νέα επικαιροποιημένα στοιχεία της Eurostat τον διαψεύδουν κατηγορηματικά.
Το 2024 η Ελλάδα διατηρεί τη θλιβερή πρωτιά στα έξοδα στέγασης με το 35,5% του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών να κατευθύνεται σε αυτά (ενοίκιο, δόσεις δανείου, λογαριασμοί.
Ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι περίπου ο μισός (19,2%).
Το ποσοστό για την Ελλάδα καταγράφει αύξηση κατά 1,3% σε σχέση με το 2022 και κατά 0,3% σε σχέση με το 2023.
Το 2024 το 28,9% των Ελλήνων πολιτών δαπάνησε περισσότερο από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για έξοδα στέγασης όταν το αντίστοιχο ποσοστό των ευρωπαίων που δέχονται αυτήν την επιβάρυνση είναι μόλις 8,2%%.
Το ποσοστό των Ελλήνων που δέχονται αυτήν την υπερβολική επιβάρυνση για τη στέγη αυξήθηκε από το 2022 κατά 2,2% και κατά 0,4% σε σχέση με το 2023.
Την ίδια στιγμή, στην ΕΕ καταγράφεται μείωση κατά 0,5% σε σχέση με το 2022 και μείωση κατά 0,6% σε σχέση με το 2023.
Πρακτικά μιλώντας, αν ίσχυε ότι ισχύει στην Ευρώπη, αν ίσχυε δηλαδή το ευρωπαϊκό μέτρο, το 20,7% του ελληνικού πληθυσμού: 2 εκατομμύρια και πλέον συμπολιτών μας, θα μπορούσαν να αντεπεξέλθουν στα έξοδα στέγασης.
Όμως στην Ελλάδα το ποσοστό του πληθυσμού που επιβαρύνεται υπερβολικά είναι υπερ τριπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Στην Ελλάδα του κ. Μητσοτάκη οι πολίτες το 2024 είδαν για τρίτη συνεχή χρονιά να αυξάνονται τα έξοδα για το ενοίκιο, για το στεγαστικό δάνειο και τους λογαριασμούς σε σχέση με το εισόδημα τους, ενώ ο μέσος όρος των ευρωπαίων πολιτών είδε το αντίστοιχο στεγαστικό κόστος να μειώνεται για τρεις χρονιές συνεχόμενα.
Έχουμε επισημάνει πολλές φορές ότι τα μέτρα της κυβέρνησης αφορούν μόνο για 10-15 χιλιάδες επιλέξιμους με κριτήρια των τραπεζών.
Πρόκειται όχι για στεγαστική πολιτική αλλα για επιδότηση τόκων των τραπεζών.
Προτείνουμε ο Πρωθυπουργός, στα ευρωπαϊκά φόρα που πηγαίνει να πάρει σοβαρά μαθήματα ολοκληρωμένης στεγαστικής πολιτικής.
Σήμερα απαιτείται η δημιουργία άμεσα ικανού αποθέματος κοινωνικής κατοικίας αντίστοιχου με το μέσο όρο της Ευρώπης, να διατεθούν χιλιάδες νέες κατοικίες με ελάχιστο ρυθμιζόμενο ενοίκιο , προστασία Α΄ κατοικίας, ρύθμιση του ύψους των μισθωμάτων και έλεγχος της αγοράς στέγης, αξιοποίηση κλειστών ακινήτων, ρύθμιση της βραχυχρόνιας μίσθωσης και golden visa. Είναι ώρα να αποκτήσει η χώρα κοινωνική κατοικία μέσα από δημόσια στεγαστική πολιτική.
Τηλεδιάσκεψη με εκπροσώπους του Πανελλήνιου Συλλόγου Νοσοκομειακών Ψυχολόγων (ΠΑΝΣΥΝΟΨΥ), πραγματοποίησαν, σήμερα, η Τομεάρχης Κοινωνικής Συνοχής και Πρόνοιας, Κατερίνα Νοτοπούλου και ο Τομεάρχης Υγείας, Παναγιωτόπουλος Ανδρέας, της Κ.Ο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Στη διαδικτυακή συνάντηση συζητήθηκαν, καταρχάς, τα διαχρονικά αιτήματα των νοσοκομειακών ψυχολόγων, για ενεργοποίηση του άρθρου 43 του Ν. 2519/97 περί ένταξης του κλάδου των Ψυχολόγων στο ΕΣΥ, της δημιουργίας υπηρεσίας Ψυχολόγων στα Πε.Δ.Υ.Ψ.Υ. και της βαθμολογικής εξέλιξης του κλάδου. Πρόκειται για δίκαια και εύλογα αιτήματα, ώστε να αναβαθμιστεί η ποιότητα φροντίδας των ασθενών και να διασφαλιστεί, ταυτόχρονα, η ισότιμη μεταχείριση των επαγγελματιών υγείας.
Στη συνέχεια, συζητήθηκε η εξέλιξη της διαδικασίας σύστασης του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου Ψυχολόγων, για την οποία δεσμεύτηκε, μετά από τη συζήτηση της σχετικής επίκαιρης ερώτησης της Κατερίνας Νοτοπούλου στη Βουλή, ο Υφυπουργός Υγείας κ. Βαρτζόπουλος. Παρά την δέσμευση, όμως του Υπουργού, δεν φαίνεται να υπάρχουν βήματα προόδου στην επικείμενη διαδικασία της διαβούλευσης, της κοινοβουλευτικής συζήτησης και της ψήφισης του σχετικού νομοσχεδίου.
Οι εκπρόσωποι του Πανελλήνιου Συλλόγου Νοσοκομειακών Ψυχολόγων, επανέλαβαν το αίτημά τους, για προηγούμενη εκτενή διαβούλευση, με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς του πεδίου, τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα, καθώς και να ληφθούν υπ’ όψιν όλες οι προτάσεις τους, ώστε το τελικό σχέδιο σύστασης του ΝΠΔΔ να διασφαλίζει τις ανάγκες και τα δικαιώματα όλων των ψυχολόγων, καθώς και την δημοκρατική λειτουργία του φορέα.
Δυστυχώς, όπως επισημάνθηκε στη συζήτηση, η πρόσφατη, υποτιθέμενη «ψυχιατρική ρύθμιση» του κ. Βαρτζόπουλου, μόνο απορρύθμιση έφερε στη δημόσια ψυχική υγεία και προβλήματα στις δομές, στους εργαζομένους, στους επιστήμονες και στους λήπτες των υπηρεσιών ψυχικής υγείας.
Οι βουλευτές Κατερίνα Νοτοπούλου και Ανδρέας Παναγιωτόπουλο δήλωσαν ότι θα παρακολουθούν, στενά την εξέλιξη της διαδικασίας σύστασης του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου Ψυχολόγων, μέχρι αυτή να ολοκληρωθεί, επιτυχώς. Επίσης, στέκονται στο πλευρό των νοσοκομειακών ψυχολόγων και στηρίζουν το δίκαιο αίτημά τους για την δημιουργία κλάδου ψυχολόγων στο ΕΣΥ, συμβάλλοντας με κάθε κοινοβουλευτικό μέσο που διαθέτουν για την έμπρακτη στήριξή τους και την ανάδειξη του ρόλου που καλούνται να διαδραματίσουν στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία.
Κλειστές πόρτες και αδιαφορία από το σύνολο της κυβέρνησης καταγγέλουν με επιστολή τους οι Τρίτεκνοι καθώς παρά τις διαρκείς προσπάθειές τους από το 2019 να συναντήσουν τον Πρωθυπουργό και αρμόδιους υπουργούς δεν βρίσκουν καμία ανταπόκριση.
Τα τελευταία χρόνια η χώρα μας αντιμετωπίζει όξυνση του προβλήματος του δημογραφικού.
Δεν αρκούν τα μεγάλα λόγια από την κυβέρνηση ούτε και οι υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα.
Δεν υπάρχουν περιθώρια για επιπόλαιες πολιτικές.
Οφείλουμε να προβούμε στον άμεσο σχεδιασμό και στην υλοποίηση εξειδικευμένων μέτρων που θα αποβλέπουν στην δημιουργία και ενίσχυση των κοινωνικών υποδομών, στην ενίσχυση του εισοδήματος των πολιτών , στην επίλυση του προβλήματος εύρεσης οικονομικά προσιτής και αξιοπρεπούς στέγης , καθώς και στην άμεση θέσπιση μέτρων ενίσχυσης των πιο ευάλωτων συμπολιτών μας.
Δυστυχώς για την κυβέρνηση δεν είναι όλα επικοινωνία. Το Δημογραφικό δεν αντιμετωπίζεται με επικοινωνιακή διαχείριση. Απαιτεί στρατηγική, συνεκτικό σχέδιο και πολιτική βούληση.
Ο κ. Μητσοτάκης για μια ακόμη φορά προκαλεί με το άρθρο του για το στεγαστικό στο ηλεκτρονικό περιοδικό της ΟΝΝΕΔ, επιχειρώντας πλήρη αντιστροφή της πραγματικότητας, σε μία προσπάθεια να απεκδυθεί των ευθυνών του από τη γιγάντωση της στεγαστικής κρίσης.
Δηλώνει υποκριτικά ότι αναγνωρίζει τη στέγη ως θεμελιώδες δικαίωμα όταν η πολιτική του έχει μειώσει την ιδιοκατοίκηση κατά 5,8% στο διάστημα 2019-2023 και με την άρση της προστασίας της Α΄κατοικίας την παρέδωσε στα κοράκια των funds και των servicers. Όταν χρόνια τώρα δεν έχει πάρει κανένα μέτρο ελέγχου και ρύθμισης της αγοράς στέγης με αποτέλεσμα τις αυξήσεις των ενοικίων σε δυσθεώρητα ύψη.
Ισχυρίζεται ότι η κυβέρνηση επενδύει σε προγράμματα κοινωνικής στέγασης όταν είναι γνωστό ότι το απόθεμα κοινωνικής κατοικίας στην Ελλάδα είναι σχεδόν μηδενικό.
Αναφέρεται στην επιστροφή ενοικίου με το οποίο θα δοθούν από το υπερπλεόνασμα των 11,5 δις 230 εκατ. ευρώ σε 948.000 νοικοκυριά, ενώ το σύνολο των ενοικιαστών το 2023 ήταν 1.758.000. Δίνονται δηλαδή 242€ τον χρόνο, όταν το μέσο ετήσιο ενοίκιο είναι 4.852€, ή μόλις 20,2€ τον μήνα έναντι μέσου μηνιαίου ενοικίου 404€.
Μιλάει για την «επιτυχία» του προγράμματος Σπίτι μου με το οποίο δημόσιοι πόροι του τ. ΟΕΚ και του Ταμείου Ανάκαμψης παραδόθηκαν στις τράπεζες για τη χορήγηση δανείων με σκληρά πιστωτικά και όχι κοινωνικά αντικειμενικά κριτήρια.
Γράφει για την αύξηση του φοιτητικού στεγαστικού επιδόματος ξεχνώντας να πει ότι αυτή εξαιρεί τους φοιτητές των Πανεπιστημίων της Αττικής και της Θεσσαλονίκης που αποτελούν και τα πολυπληθέστερα Ιδρύματα, ενώ τόσο η Αθήνα, όσο και η Θεσσαλονίκη παρουσιάζουν έντονο πρόβλημα στέγης.
Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση δε διαθέτει καμία στρατηγική για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης. Η μόνη στρατηγική είναι η πολιτική της διάσωση.
Τουλάχιστον ας σταματήσει να προκαλεί την κοινή λογική.
Τον Άγιο Στυλιανό, το Δημοτικό Βρεφοκομείο Θεσσαλονίκης, επισκέφθηκε η βουλεύτρια Α’ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία Κατερίνα Νοτοπούλου, δηλώνοντας τη σταθερή της στήριξη σε έναν θεσμό με ιστορία και αποστολή τη φροντίδα των πιο ευάλωτων παιδιών της πόλης μας.Όπως τόνισε, «οι ευχές πρέπει να γίνονται πράξη», υπενθυμίζοντας πως τα προηγούμενα χρόνια, μέσα από τη θητεία της στο Δημοτικό Συμβούλιο, ανέδειξε με συνέπεια τα προβλήματα που ανέκυπταν και τις ανάγκες του Ιδρύματος.
Σήμερα, συνεχίζει σταθερά να υπηρετεί τις κοινωνικές ανάγκες του Δήμου, στηρίζοντας το έργο του και αγωνιζόμενη στο πλευρό των εργαζομένων.Κατά την επίσκεψη, ενημερώθηκε από τη διοίκηση του δήμου και τους εργαζόμενους για τις σημαντικές προσπάθειες του προσωπικού, το οποίο εργάζεται καθημερινά με αφοσίωση, προσφέροντας στα παιδιά αγάπη, ασφάλεια και φροντίδα. Ειδική αναφορά έγινε στις εξελίξεις γύρω από την επίλυση του κτιριακού ζητήματος, αλλά και στην αυξανόμενη διασύνδεση του Ιδρύματος με την τοπική κοινότητα.Ωστόσο, παραμένει επείγουσα η ανάγκη για προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, καθώς και για διασφάλιση της συνέχισης των προγραμμάτων συμβασιούχων, τα οποία καλύπτουν κρίσιμες ανάγκες. «Απαιτείται άμεση ενίσχυση με ανθρώπινο δυναμικό, επέκταση των προγραμμάτων της ΔΥΠΑ, τύπου 1+1 και αύξηση της χρηματοδότησης των ΟΤΑ για κοινωνικούς σκοπούς», υπογράμμισε η Κατερίνα Νοτοπούλου.Επιπλέον, επισήμανε την ανάγκη να στηριχθεί εμπράκτως ο θεσμός της αναδοχής και της υιοθεσίας, καθώς πανελλαδικά καταγράφονται σοβαρά ελλείμματα στην εφαρμογή των σχετικών προγραμμάτων.
Απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί η αναβάθμιση της ψηφιακής πλατφόρμας και η επιτάχυνση των διαδικασιών, ώστε κάθε παιδί να έχει τη δυνατότητα να μεγαλώσει σε ένα ασφαλές και σταθερό οικογενειακό περιβάλλον.«Η κοινωνία μας κρίνεται από το πώς φροντίζει τα παιδιά της. Η πολιτεία οφείλει να είναι παρούσα – με πράξεις, όχι λόγια», κατέληξε.