Δεν υπάρχει παρόμοιο προηγούμενο, μόλις έξι μήνες μετά από τις τότε τελευταίες εκλογές και μετά από τέσσερις συνεχόμενες νίκες που είχε πετύχει ο ΣΥΡΙΖΑ σε εθνικό επίπεδο, η Ν.Δ. και ο Κ.Μητσοτάκης ζητούσαν εκλογές επί τρεισήμισι χρόνια, αρνούμενοι να συζητήσουν οτιδήποτε, ενώ ακόμα η χώρα βρισκόταν στα μνημόνια, που οι ίδιοι την είχαν οδηγήσει, με την καταστροφική διακυβέρνηση 2004 -2009. 

Εκείνη η ακραία και ιδιαίτερα βλαβερή για τη χώρα, πολιτική επιλογή του Κ. Μητσοτάκη και της Ν.Δ. βασίστηκε σε τέσσερα μεγάλα ψέματα, τέσσερις απατηλές, όπως αποδείχτηκε, υποσχέσεις.  
 
Το πρώτο μεγάλο ψέμα ήταν ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ καταστρέφει τη χώρα.
 
 
Η χώρα όμως όχι μόνο δεν καταστράφηκε, αλλά αντίθετα εξήλθε επιτέλους, μετά από περίπου 10 χρόνια από τα μνημόνια και από την κρίση και εκτός αυτού, διέθετε 37 δισ. Ευρώ απόθεμα, πάνω στο οποίο θα μπορούσε να στηριχτεί το νέο σχέδιο για την ανασυγκρότηση και για την ανάπτυξη της. 
 
Την ίδια περίοδο κατάφερε να επιλύσει ένα από τα σημαντικότερα εθνικά θέματα που την είχαν ταλαιπωρήσει κατά τα προηγούμενα περίπου 25 χρόνια, με μια αμοιβαία επωφελή συμφωνία, όπως πλέον αναγνωρίζουν όλοι. 
 
Ο δεύτερος μεγάλος μύθος, ήταν η ιδεολογική υπεροχή του κόμματος της Ν.Δ. απέναντι στην Αριστερά.
 
Το ψέμα ότι το σύστημα ιδεών, η κοσμοθεωρία, ο τρόπος οργάνωσης της κοινωνίας και της οικονομίας, το οποίο ευθύνεται για την καθοδική πορεία της Ευρώπης και της Δύσης γενικότερα κατά τα τελευταία 30 χρόνια, είναι το πιο κατάλληλο για να βελτιώσει τη ζωή των Ελλήνων και να τους προστατεύει από τους κινδύνους που μπορεί να εμφανιστούν. Ακριβώς τη στιγμή που σε όλον τον κόσμο άρχισαν να συνειδητοποιούν που οδήγησε ο Νεοφιλελευθερισμός και οι πολιτικές του και ξεκίνησαν να απομακρύνονται από αυτόν, ο Κ.Μητσοτάκης σκόπευε να τον επιβάλλει στη χώρα μας. 
 
Η πανδημία ελαχιστοποίησε τον χρόνο που θα χρειαζόταν διαφορετικά για να αντιληφθεί το αδιέξοδο της επιλογής του.
 
Δεν χρειάστηκε να περάσει ούτε χρόνος για να παραδεχτεί έντρομος και πανικόβλητος, ότι είχε λαθεμένες αντιλήψεις σχετικά με τον ρόλο του Κράτους στον ευαίσθητο τομέα της υγείας και υποσχέθηκε ότι θα αλλάξει στάση και θα προβεί στην απαραίτητη, γενναία ενίσχυση του ΕΣΥ, μια υπόσχεση που ποτέ δεν κράτησε, με τραγικά αποτελέσματα.
 
Όμως η κατάρριψη αυτού του μύθου είχε και μια διεθνή και παγκόσμια πλευρά που στο επίπεδο της Ε.Ε. πήρε σάρκα και οστά με τη μεγάλη στροφή στην αντιμετώπιση της χρηματοδότησης των κρατών μελών και μάλιστα με πρωταγωνιστές εκείνους που κουνούσαν το δάχτυλο στη χώρα μας και στην κυβέρνηση της Αριστεράς, όταν εμείς τους ζητούσαμε να πράξουν ακριβώς αυτό, τότε που η Ελλάδα το χρειαζόταν. 
 
Παρόλα αυτά όμως, παρά τη διάψευση του αφηγήματος τους, ο Κ.Μητσοτάκης εξακολουθεί να είναι προσκολλημένος στις ιδεοληψίες του και αυτό επιβεβαιώθηκε από την ατολμία και την απροθυμία με την οποία αντιμετώπισε τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες της πανδημίας. 
 
Ο τρίτος μεγάλος μύθος καταρρίπτεται καθημερινά, κάθε φορά που ο πρωθυπουργός, η κυβέρνηση, ή κάποιο κυβερνητικό στέλεχος καταπιάνεται με την υλοποίηση ενός σημαντικού, ή λιγότερο σημαντικού έργου. 
 
Είναι το μεγάλο ψέμα της διαχειριστικής υπεροχής των στελεχών της Ν.Δ. και του Κ.Μητσοτάκη, είναι αυτό που στο άκουσμα του πλέον γελάει ο κάθε πικραμένος.
 
Δεν υπάρχει τομέας πολιτικής που δεν έχει αναδειχτεί με εκκωφαντικό τρόπο η διαχειριστική ανεπάρκεια των κυβερνητικών στελεχών και του ίδιου του Κ. Μητσοτάκη.
 
Η ανικανότητα συγκρότησης οποιουδήποτε συνεκτικού σχεδίου για την αντιμετώπιση της πανδημίας, οι αντιφατικές αποφάσεις που αναιρούσαν η μια την άλλη πριν καν ανακοινωθούν, είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, το οποίο στοίχισε τραγικές ανθρώπινες απώλειες και κατέστησε τη χώρα μας αυτές τις μέρες, για άλλη μια φορά, παράδειγμα προς αποφυγή. 
 
Η πορεία της εθνικής οικονομίας, οι επιδόσεις της οποίας «κοσμούν» τις τελευταίες θέσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, επισφραγίζουν τη διαχειριστική ανεπάρκεια τους.  
 
Αν η κατάληξη του τρίτου μύθου είναι για γέλια, η κατάντια του τέταρτου, προκαλεί μόνο πικρό κλάμα. 
 
Δεν είναι άλλος από την απατηλή υπόσχεση των μεταρρυθμίσεων που θα υλοποιούσε για να αλλάξει τη χώρα. 
 
Αυτό που εννοούσαν με τη λέξη μεταρρυθμίσεις, το διαπιστώνουμε καθημερινά. 
 
Περιστολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων, επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων, νέος πτωχευτικός κώδικας, απαξίωση και υποβάθμιση της δημόσιας παιδείας, ασφυκτικός έλεγχος του Τύπου και των ΜΜΕ, αδιαφανείς προσλήψεις, αδιαφανείς αναθέσεις προμηθειών και μια σειρά άλλων ενεργειών.
 
Η κατάρρευση αυτών των τεσσάρων προεκλογικών ισχυρισμών του Κ.Μητσοτάκη, μετέτρεψε το προεκλογικό του αφήγημα σε «ένα πουκάμισο αδειανό» και δημιούργησε ένα μεγάλο κενό εξουσίας στη χώρα, το οποίο κάθε μέρα που περνάει γίνεται και πιο φανερό.
 
Σε αυτή την ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο που διανύει η χώρα, κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. 
 
Η απάντηση είναι η δημιουργία μιας νέας μεγάλης προοδευτικής πολιτικής και κοινωνικής συμμαχίας, η οποία θα αναλάβει να καλύψει αυτό το κενό και να οδηγήσει τη χώρα μακριά από τις πολλαπλές κρίσεις που την καταδίκασε η Ν.Δ. και ο Μητσοτάκης. 
 
Η πρόκληση και η ευθύνη είναι τεράστια.
Ο ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία έχει καταθέσει μια ανοιχτή, διαρκή πρόσκληση – πρόταση για αυτό το σκοπό.
 
Είναι ώρα οι υπόλοιπες προοδευτικές, δημοκρατικές δυνάμεις και οι προοδευτικοί δημοκρατικοί πολίτες να αναμετρηθούν με την ιστορία και να αναλάβουν τις ευθύνες που τους αναλογούν.