Την τεράστια απόσταση μεταξύ των διακηρύξεων και των πολιτικών της κυβέρνησης, σε ότι αφορά τα Άτομα με Αναπηρία και το αναπηρικό κίνημα, επισήμανε η Κατερίνα Νοτοπούλου, τομεάρχης Κοινωνικής Συνοχής και Πρόνοιας, βουλεύτρια Α΄ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, κατά τη συνεδρίαση της υποεπιτροπής για τα θέματα των Ατόμων με Αναπηρία, της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Ισότητας, Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που πραγματοποιήθηκε με αντικείμενο τα επείγοντα ζητήματα της Εθνικής Ομοσπονδίας Τυφλών και την αντιμετώπιση τους.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της απόστασης μεταξύ λόγων και έργων της κυβέρνησης, το οποίο εξάντλησε επικοινωνιακά, προεκλογικά ο πρωθυπουργός, είναι το πολυδιαφημισμένο πρόγραμμα “Προσωπικός Βοηθός για Άτομα με Αναπηρία”, για το οποίο είχαν καλλιεργηθεί πολύ υψηλές προσδοκίες, οι οποίες, όταν άρχισε να υλοποιείται, μετατράπηκαν σε μεγάλη απογοήτευση.
Η Κατερίνα Νοτοπούλου τόνισε ότι πρέπει να δοθεί επιτέλους λύση στο μακροχρόνιο πρόβλημα του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του κληροδοτήματος “Λασκαρίδειος Στέγη” που βρίσκεται στο Μαρούσι, το οποίο εδώ και δέκα χρόνια παραμένει κλειστό και δεν αξιοποιείται για την ικανοποίηση των τεράστιων αναγκών των Ατόμων με Αναπηρία τυφλότητας, όπως και του ακινήτου, γνωστού ως Σχολή Τυφλών, στη Θεσσαλονίκη.
Η τομεάρχης Κοινωνικής Συνοχής έθεσε το ζήτημα της αύξησης του προνοιακού επιδόματος τυφλότητας και της αυτόματης αύξησης του κάθε χρόνο, σε ίσο ποσοστό με αυτό που θα λαμβάνουν οι συνταξιούχοι και οι εργαζόμενοι. Η αύξηση αυτή έρχεται να απαντήσει στην αύξηση του κόστους διαβίωσης που συντελείται μέσω της αύξησης των τιμών σε όλα τα είδη και ειδικά στην εποχή μας οι όποιες αυξήσεις δίνονται σε μισθούς και σε συντάξεις είναι πολύ πιο χαμηλές από την αύξηση των τιμών και είναι παράλογο και ανάλγητο να μη δίνεται έστω αυτή η ανεπαρκής αύξηση στα Άτομα με Αναπηρία. Για αυτό και είναι απαράδεκτη η περικοπή κατά το ήμισυ του προνοιακού επιδόματος, το οποίο λαμβάνουν άνεργοι τυφλοί, επειδή λαμβάνουν ως έμμεσα ασφαλισμένοι και μέρος της σύνταξης θανόντος γονέα (ορφανική σύνταξη).
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στο δικαίωμα των Ατόμων με Αναπηρία στην εργασία και τόνισε ότι πρέπει να εξαντληθεί η αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων που υπάρχουν, να ξεπεραστούν αναχρονιστικές αντιλήψεις και να αξιοποιηθούν οι νέες δυνατότητες που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες για τη δημιουργία κατάλληλων θέσεων εργασίας. Πρέπει να τηρείται η νομοθεσία, να προβλεφθούν δίκαιες ποσοστώσεις, να προκηρυχθούν νέες θέσεις τυφλών τηλεφωνητών και δικηγόρων.
Σχετικά με το Πρόγραμμα Εκπαίδευσης Εκπαιδευτών Κινητικότητας, Προσανατολισμού και Δεξιοτήτων Καθημερινής Διαβίωσης για τυφλούς, τόνισε ότι πρέπει να ξεκινήσει άμεσα, επειδή είναι εξαιρετικά σημαντικό για την καθημερινότητα των τυφλών, καθορίζει την ποιότητα της ζωής τους και τη δυνατότητα αυτόνομης μετακίνησης τους στο αστικό και φυσικό περιβάλλον και οι 9 μόνο εκπαιδευτές που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στη χώρα δεν επαρκούν.
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στην ανάγκη ικανοποίησης πάγιων αιτημάτων της Εθνικής Ομοσπονδίας, όπως ο εκσυγχρονισμός του Οργανισμού του Κέντρου Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών (Κ.Ε.Α.Τ.), με συμπερίληψη όλων των απαραίτητων οργανικών θέσεων, η ενίσχυση των θεσμών της υιοθεσίας και αναδοχής, με κίνητρα στις υποψήφιες οικογένειες για παιδιά με αναπηρία και άρση του έμπρακτου αποκλεισμού των τυφλών, των κωφών, των κινητικά αναπήρων, η επέκταση του δικαιώματος για voucher για τον κοινωνικό τουρισμό, στους συνταξιούχους τυφλούς του Δημοσίου και των πρώην ΔΕΚΟ, στους συνοδούς των ατόμων με οπτική αναπηρία, η επέκταση του δικαιώματος για voucher στα ΚΔΑΠ και στους βρεφονηπιακούς σταθμούς, για τα παιδιά των συνταξιούχων με οπτική αναπηρία και η επιχορήγηση του Κέντρου «Σκύλοι Οδηγοί Ελλάδας» για την εκπαίδευση και παραχώρηση σκύλων οδηγών για τυφλούς χρήστες.
H Κατερίνα Νοτοπούλου δήλωσε ότι η κατοχύρωση των δικαιωμάτων για τα Άτομα με Αναπηρία περιλαμβάνεται στον Ευρωπαϊκό Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων, όπου στην 17η αρχή επισημαίνει ρητά ότι τα άτομα με αναπηρία έχουν το δικαίωμα να υποστηρίζονται ώστε να ζουν με αξιοπρέπεια και να συμμετέχουν στον κόσμο γύρω τους και ότι οι πολιτικές για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, καθώς και για την ένταξη τους στην Κοινότητα, απαιτούν ένα οραματικό, ολοκληρωμένο, συνεκτικό προοδευτικό σχέδιο, τους ανάλογους πόρους και βέβαια την πολιτική βούληση και την αποφασιστικότητα για την υλοποίηση τους.