Μετά το δύσκολο καλοκαίρι, οι όποιες ελπίδες ανάκαμψης πνίγηκαν στο Βατερλώ της κυβερνητικής ανεπάρκειας. Ακόμη και υπό αυτές τις πρωτόγνωρες συνθήκες, μια κυβέρνηση που ασκεί πολιτική και όχι μόνο επικοινωνία, θα είχε φροντίσει εγκαίρως να εξασφαλίσει τα ανάλογα αντισταθμιστικά μέτρα ενίσχυσης της τοπικής οικονομίας, εφόσον αδυνατούσε να μεριμνήσει για την ασφαλή διεξαγωγή της ΔΕΘ.
Σε κάθε περίπτωση η κατάσταση είναι ζοφερή. Η ελληνική οικονομία και ιδιαίτερα η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα κλυδωνίζεται λόγω της μεγάλης εξάρτησης από τον τουρισμό, η κατάρρευση του οποίου συμπαρασύρει ολόκληρη την οικονομία σε τρομακτική ύφεση. Διότι ο τουρισμός είναι η βαριά βιομηχανία της χώρας μας, χωρίς όμως να έχει χαρακτηριστικά βαριάς βιομηχανίας.
Η επόμενη μέρα, για να είμαστε ρεαλιστές, δεν θα είναι εύκολη, καθώς ο κόσμος του τουρισμού έχει να αντιμετωπίσει την ίδια του την ύπαρξη και την αβεβαιότητα για το αύριο. Δυστυχώς, το στοίχημα της επανεκκίνησης του τουρισμού χάθηκε, και μαζί χάθηκε και το συγκριτικό πλεονέκτημα της ασφαλούς χώρας, που με τόσο κόπο χτίσαμε με την συνεπή στάση των πολιτών.
Υποχρέωση της Πολιτείας, ηθική και πολιτική είναι να προστατεύσουμε την επιχειρηματικότητα ιδιαίτερα την μικρομεσαία, δίνοντας προτεραιότητα στην διατήρηση της απασχόλησης.
Με γενναία, εμπροσθοβαρή μέτρα ενίσχυσης και προστασίας. Είναι σημαντικό σε άμεσο χρόνο, να επανακτηθεί η εμπιστοσύνη στον προορισμό και στα καταλύματα της χώρας προκειμένου να ισχύσει το βέλτιστο σενάριο ανάκαμψης της τοπικής και εθνικής τουριστικής οικονομίας.
Από την αρχή της κρίσης, έχουμε καταθέσει ως ΣΥΡΙΖΑ συγκεκριμένες με τριπλό στόχο:
Ενίσχυση της ζήτησης, των επιχειρήσεων και των εργαζομένων. Ένα πακέτο με άμεσα οριζόντια μέτρα οικονομικής ανακούφισης του κλάδου ώστε να αποτραπεί ο κίνδυνος κατάρρευσης, να υπάρξει η αναγκαία ρευστότητα και να διασφαλιστεί η βιωσιμότητά του και η επιβίωση των εργαζομένων. Αλλά και μεσοπρόθεσμα οικονομικά και αναπτυξιακά μέτρα ώστε να διασφαλιστεί η δυναμική επανεκκίνησή του, μετάβαση σε ένα βιώσιμο μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης, και άρα δίκαιο και πράσινο, και διασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων και προστασία των εργαζομένων.
Ταυτόχρονα συνεπώς, θα πρέπει να σχεδιάσουμε το αύριο του ελληνικού τουρισμού. Και οι προκλήσεις, δεν αφορούν μόνο την φετινή ή την επόμενη χρονιά ούτε μόνο τον Τουρισμό στην περίοδο του Covid. Το παρόν και το μέλλον, αφορά τον ίδιο τον τουρισμό, το νέο μοντέλο, μια ανάγκη που προϋπήρχε της πανδημίας και σήμερα καθίσταται πιο επιτακτική.
Για να σχεδιάσουμε όμως και να επενδύσουμε στο αύριο του Τουρισμού, χρειάζεται ριζικός ανασχεδιασμός της τουριστικής πολιτικής της χώρας. Η οικονομία μας είναι μία οικονομία υπηρεσιών φιλοξενίας. Δίνει δουλειές, γεννά ευκαιρίες, συντηρεί άλλους κλάδους. Η τουριστική πολιτική στην Ελλάδα οφείλει να προσαρμοστεί έγκαιρα και αποφασιστικά στις νέες προκλήσεις προκειμένου να διαφυλάξουμε την ανταγωνιστικότητα και ελκυστικότητα του τουριστικού μας προϊόντος.
Να μεταβούμε από ένα μαζικό, αδιαφοροποίητο, μονοθεματικό και χαμηλής οικονομικής απόδοσης τουρισμό σε ένα ποιοτικό, διαφοροποιημένο και πολυθεματικό τουρισμό, οικονομικά αποδοτικότερο.
Να διασυνδέσουμε την τουριστική βιομηχανία με τομείς της οικονομίας που συνδέονται άμεσα και έμμεσα με τον τουρισμό, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό τους πολλαπλασιαστικούς δείκτες της οικονομίας. Να προωθήσουμε την αειφόρο και ισόρροπη ανάπτυξη του τουρισμού, να δημιουργήσουμε ενιαία δίκτυα φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος. Να διευρύνουμε το φάσμα των προσφερόμενων τουριστικών προϊόντων και υπηρεσιών, να διαφυλάξουμε και να ενισχύσουμε την τοπική και κοινωνική ταυτότητα των περιοχών, όπου αναπτύσσεται τουριστική δραστηριότητα. Να εξασφαλίσουμε τις απαιτούμενες τεχνικές και κοινωνικές υποδομές όλων των διαβαθμίσεων, που απαιτούνται για την επιτυχή λειτουργία της τουριστικής δραστηριότητας αλλά και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Την κλιματική αλλαγή που δεν μπορεί και δεν πρέπει να παραλείψουμε, διότι η φύση μας προειδοποιεί με τον πιο επώδυνο τρόπο και δεν έχουμε περιθώρια να την αγνοήσουμε άλλο.
Η Ελλάδα δεν είναι μόνο ήλιος και θάλασσα.Διαθέτει πολύτιμα στοιχεία που πρέπει να αναδειχθούν ακόμα περισσότερο: ιστορία, μνημεία, γαστρονομία, πολιτισμό, αγροτουρισμό, αλλά πάνω από όλα την φιλοξενία, στοιχεία που αν συνδυαστούν σωστά μπορούν να προσφέρουν στον ταξιδιώτη μια «ενισχυμένη» εμπειρία φιλοξενίας.
Η ελληνική οικονομία επομένως θα πρέπει να αναπτύξει ένα μοντέλο οικονομικής συμπεριφοράς που θα παρέχει περισσότερες εναλλακτικές εισροές στο ΑΕΠ. Ο τουρισμός όμως θα συνεχίσει να διαδραματίζει κομβικό ρόλο, αρκεί και ο ίδιος να μετεξελιχθεί ώστε να αποκτήσει ακόμα μεγαλύτερη ισορροπία και «ανθεκτικότητα», μέσω της διαφοροποίησης των παρεχόμενων υπηρεσιών. Υπηρεσίες στενά συνδεδεμένες με την ανάγκη αναβάθμισης της τουριστικής εκπαίδευσης, η οποία θα πρέπει να συνδεθεί με την αγορά εργασίας και να δημιουργηθούν ενισχυμένα κέντρα αναφοράς τουριστικής εκπαίδευσης στα υφιστάμενα ακαδημαϊκά ιδρύματα.
Επιδίωξη μας συνεπώς είναι να μειώσουμε τις αλληλεξαρτήσεις, να δημιουργήσουμε τοίχους ανάσχεσης, ώστε να περιορίσουμε στο μέλλον τις επιπτώσεις που διαχέονται σε όλο το σύστημα της οικονομίας μας, διαφοροποιώντας το τουριστικό προϊόν και αξιοποιώντας όλες τις μορφές του.
Αυτό δεν μπορεί να γίνει σήμερα, σε μια μέρα. Αυτός όμως πρέπει να είναι ο σχεδιασμός που θα αρχίζει από σήμερα κιόλας. Σήμερα καλούμαστε όλοι, εργαζόμενοι, επιχειρηματίες, Πολιτεία, κοινωνία να κατανοήσουμε και να επαναπροσδιορίσουμε τις σχέσεις μας και τους στόχους.
Αυτό δεν θα γίνει αναπαράγοντας παθογένειες του παρελθόντος αλλά μέσα από μία νέα Κοινωνική συμφωνία.
Θα πετυχει μόνο αν το οραματιστούμε μαζί, το σχεδιάσουμε μαζί και το υλοποιήσουμε μαζί!